- προτένθαι
- προτένθηςthose who celebrated themasc nom/voc plπροτένθᾱͅ , προτένθηςthose who celebrated themasc dat sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προτένθης — ὁ, ἡ, Α 1. στον πληθ. οἱ, αἱ προτένθαι α) αυτοί που γιόρτασαν τη γιορτή τής Δορπίας β) (στην αρχαία Αθήνα) εκείνοι που αγόραζαν εκ τών προτέρων τα τρόφιμα προτού αυτά μεταφερθούν στην αγορά και τά πουλούσαν σε ανώτερη τιμή, οι μεταπωλητές 2. ως… … Dictionary of Greek